ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Reisender
Ελληνικά : Ταξιδιώτης
Αγγλικά : Traveller
Γαλλικά : Voyageur(se)
Επιστροφή