ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Reinigen
Ελληνικά : Καθαρίζω
Αγγλικά : Clean (to), Cleanse (to), Purge (to), Scour (to)
Γαλλικά : Nettoyer, Purger, Récurer
Επιστροφή