ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Ακυρώνω
Αγγλικά : Abrogate (to), Nullify (to), Τerminate (to)
Γαλλικά : Abroger, Frapper de nullité, Résilier
Γερμανικά : Abbrechen, Abschaffen
Επιστροφή