ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Abrogate (to)
Ελληνικά : Ακυρώνω, Καταργώ
Γαλλικά : Abroger
Γερμανικά : Abbrechen, Abschaffen
Επιστροφή