ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Προσωρινά
Αγγλικά : Little while (for a), Temporarily
Γαλλικά : Passagèrement, Provisoirement
Γερμανικά : Auf Zeit, Einstweilen
Επιστροφή