ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Passager/ère (n)
Ελληνικά : Επιβάτης
Αγγλικά : Passenger
Γερμανικά : Passagier
Επιστροφή