ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Reformerisch
Ελληνικά : Μεταρρυθμιστικός
Αγγλικά : Reforming
Γαλλικά : Réformateur(-trice) (adj)
Επιστροφή