ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Part
Ελληνικά : Μερίδιο, Μέρος
Αγγλικά : Part, Portion, Share
Γερμανικά : Anteil, Teil
Επιστροφή