ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Rechtfertigung
Ελληνικά : Δικαιολογητικό
Αγγλικά : Supporting document
Γαλλικά : Pièce justificative
Επιστροφή