ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Asphalting
Ελληνικά : Ασφαλτόστρωση
Γαλλικά : Bitumage
Γερμανικά : asphaltierung
Επιστροφή