ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Provinziell
Ελληνικά : Επαρχιακός, Επαρχιώτικος
Αγγλικά : Provincial
Γαλλικά : Provincial(e) (adj)
Επιστροφή