ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Originary from
Ελληνικά : Καταγόμενος (από)
Γαλλικά : Originaire (de)
Γερμανικά : Gebürtig (ab)
Επιστροφή