ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Απασχολημένος
Αγγλικά : Busy
Γαλλικά : Occupé
Γερμανικά : Beschäftigt
Επιστροφή