ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Νομαδικός
Αγγλικά : Nomadic
Γαλλικά : Nomade (adj)
Γερμανικά : Nomadisch
Επιστροφή