ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Planen
Ελληνικά : Προγραμματίζω
Αγγλικά : Plan (to)
Γαλλικά : Planifier, Programmer (prévoir)
Επιστροφή