ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Pflicht
Ελληνικά : Δασμός, Καθήκον, Υποχρέωση
Αγγλικά : Commitment, Duty, Job, Task, Tax
Γαλλικά : Contrainte, Devoir, Droit (taxe), Tâche, Taxe
Επιστροφή