|
ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ |
Μετάφραση του όρου : Pflegen
- Ελληνικά : Περιποιούμαι, Φροντίζω
- Αγγλικά : Look after (to), See to (to), Take care of (to), Treat (to), Watch over (to)
- Γαλλικά : Entretenir (un bâtiment), Garder, Soigner, Traiter, Veiller à
Επιστροφή