ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Pflanzenschutzmittel
Ελληνικά : Φυτοφάρμακο
Αγγλικά : Pesticide
Γαλλικά : Pesticide (n)
Επιστροφή