ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Bâtir
Ελληνικά : Οικοδομώ, Χτίζω
Αγγλικά : Build (to)
Γερμανικά : Bauen, Konstruieren
Επιστροφή