ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Morcellement
Ελληνικά : Διαίρεση, Κατάτμιση, Τεμαχισμός
Αγγλικά : Division, Parcelling
Γερμανικά : Aufspaltung, Teilung, Zerkleinerung
Επιστροφή