|
ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ |
Μετάφραση του όρου : Parken
- Ελληνικά : Θέση στάθμευσης, Παρκάρω, Πάρκινγκ, Στάθμευση, Σταθμεύω
- Αγγλικά : Park (to), Park lot, Parking, Parking place
- Γαλλικά : Garer, Parc de stationnement, Parquer, Place de stationnement, Stationnement, Stationner
Επιστροφή