ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Marchandisage
Ελληνικά : Αγοραπωλησία
Αγγλικά : Merchandizing
Γερμανικά : Transaktion
Επιστροφή