|
ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ |
Μετάφραση του όρου : Öffentliche Verkehrsmittel
- Ελληνικά : Αστική συγκοινωνία, Δημόσιες μεταφορές, Δίκτυο μαζικών μέσων μεταφοράς
- Αγγλικά : Public transport, Public transportation system, Urban transport
- Γαλλικά : Réseau de transport en commun, Transport public, Transport urbain
Επιστροφή