ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Maîtriser
Ελληνικά : Ελέγχω, Κατέχω
Αγγλικά : Control (to), Master (to)
Γερμανικά : Halten, Kontrollieren, Überprüfen
Επιστροφή