ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Légitimer
Ελληνικά : Νομιμοποιώ/ αναγνωρίζω (τέκνο)
Αγγλικά : Legitimate (to)
Γερμανικά : Kind zu identifizieren
Επιστροφή