ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Kit
Ελληνικά : συναρμολογούμενο
Γαλλικά : Kit (en)
Γερμανικά : Montierte
Επιστροφή