ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Αλεξίπυρο
Αγγλικά : Fireproof (to)
Γαλλικά : Ignifuger
Γερμανικά : Feuerfest
Επιστροφή