ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Outlaw
Ελληνικά : Εκτός νόμου, Εξόριστος, Φυγόδικος
Γαλλικά : Hors-la-loi, Proscrit(e) (n)
Γερμανικά : Flüchtling, Verbannt, Verboten
Επιστροφή