ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Professional
Ελληνικά : Επαγγελματίας
Γαλλικά : Homme de métier , Professionnel (n)
Γερμανικά : Professioneler, Professionelle
Επιστροφή