ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Avoir un chez soi
Ελληνικά : Έχω σπίτι
Αγγλικά : Have a home of one's own (to)
Γερμανικά : Ein Haus besitzen
Επιστροφή