ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Increase in the price of raw materials
Ελληνικά : Αύξηση τιμών πρώτων υλών
Γαλλικά : Hausse des matières premières
Γερμανικά : Erhöhung der Rohstoffpreise
Επιστροφή