ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Άτομο με ειδικές ανάγκες (ΑΜΕΑ)
Αγγλικά : Disabled
Γαλλικά : Handicapé physique
Γερμανικά : Behinderte
Επιστροφή