ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Κάτοικος
Αγγλικά : Dweller, Inhabitant, Resident
Γαλλικά : Habitant, Habitant (ville, pays), Résident
Γερμανικά : Bewohner, Resident, Status der bewohnbaren, Wohnsitz
Επιστροφή