ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Grossir
Ελληνικά : Αυξάνω, Μεγαλώνω
Αγγλικά : Grow (to), Increase (to)
Γερμανικά : Aufwachsen, Wachsen
Επιστροφή