ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Leben
Ελληνικά : Διαμένω, Ζω, Ζωή, Κατοικώ
Αγγλικά : Life, Live (to), Live in (to), Stay (to)
Γαλλικά : Demeurer, Habiter, Résider, Rester (habiter), Vie, Vivre
Επιστροφή