ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Langfristiger Kredit
Ελληνικά : Μακροπρόθεσμη πίστωση
Αγγλικά : Long term credit
Γαλλικά : Crédit à long terme
Επιστροφή