ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Kürzen
Ελληνικά : Περικόπτω
Αγγλικά : Cut off (to)
Γαλλικά : Retrancher
Επιστροφή