ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Pledger
Ελληνικά : Ενεχυριαστής
Γαλλικά : Gageur
Γερμανικά : Pfandgeber
Επιστροφή