ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Kreditgeber
Ελληνικά : Δανειοδότης
Αγγλικά : Lender
Γαλλικά : Prêteur(euse)
Επιστροφή