ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Φεύγω
Αγγλικά : Leave (to)
Γαλλικά : Fuguer, Partir, Quitter
Γερμανικά : Gehen, Verlassen, Weggehen
Επιστροφή