ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Fréquenter
Ελληνικά : Συναναστρέφομαι, Συχνάζω
Αγγλικά :
Γερμανικά : Mit jdm Umgang haben, Oft hingehen
Επιστροφή