ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Freiner
Ελληνικά : Συγκρατώ, Φρενάρω
Αγγλικά : Brake (to), Restraint (to), Slow down (to)
Γερμανικά : Bremsen, Zurückhalten
Επιστροφή