ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
kontingentieren
Ελληνικά : Καθορίζω ποσόστωση
Αγγλικά : Fix a quota (to)
Γαλλικά : Contingenter
Επιστροφή