ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Supplying
Ελληνικά : Ανεφοδιασμός, Παροχή, Προμήθεια
Γαλλικά : Fourniture, Ravitaillement
Γερμανικά : Lieferung, Versorgung
Επιστροφή