ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Πλεονέκτημα
Αγγλικά : Advantage, Asset, Srength
Γαλλικά : Atout, Avantage
Γερμανικά : Vorteil
Επιστροφή