ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Form
Ελληνικά : Έντυπο, Μορφή, Σχήμα, Τύπος
Γαλλικά : Forme, Formulaire, Formule (adm.)
Γερμανικά : Form, Formular, Typ
Επιστροφή