ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Komfortabel
Ελληνικά : Άνετος, Βολικός
Αγγλικά : Comfortable, Practical
Γαλλικά : Confortable, Pratique (adj)
Επιστροφή