ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Fondé
Ελληνικά : Θεμελιωμένος, Τεκμηριωμένος
Αγγλικά : Grounded
Γερμανικά : begründet, Dokumentiert
Επιστροφή