ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Λειτουργώ
Αγγλικά : Work (to)
Γαλλικά : Fonctionner
Γερμανικά : Funktionieren
Επιστροφή