ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Fonctionner
Ελληνικά : Λειτουργώ
Αγγλικά : Work (to)
Γερμανικά : Funktionieren
Επιστροφή